Το σπάρτο

 

Ολόκληρη σχεδόν η φύση γύρω από το χωριό μας κατακλύζεται την άνοιξη και το καλοκαίρι από τα φυτά που μας εντυπωσιάζουν με το λαμπερό κίτρινο χρώμα και το ευωδιαστό τους άρωμα. Είναι τα Σπάρτα που στολίζουν τις πλαγιές των βουνών και τις άκρες των επαρχιακών δρόμων. Είναι γνωστά από την αρχαιότητα και τα χρησιμοποιούσαν στη μελισσοκομία ενώ από σπάρτο έφτιαχναν μετά από κατάλληλη επεξεργασία των βλαστών  υφάσματα, σακιά και χαλιά.

Το σπάρτο πήρε το όνομά του από την αρχαία λέξη «σπάρτη» που σημαίνει σχοινί. Οι ίνες από τους βλαστούς του σπάρτου είναι πολύ ευλύγιστες και ανθεκτικές γι’ αυτό από παλιά τις ξεχώριζαν μουλιάζοντας τους βλαστούς και τις χρησιμοποιούσαν σαν σχοινιά που είχαν την ιδιότητα να μη προσβάλλονται από κανένα έντομο, και έφτιαχναν με αυτό υφαντά εξαιρετικής αντοχής. Επίσης χρησιμοποιούνται στην κατασκευή καλαθιών και ψάθινων καπέλων. Τα άνθη του σπάρτου περιέχουν σημαντικές δραστικές ουσίες και θεραπευτικές ιδιότητες.

Από τα άνθη του σπάρτου παρασκευάζεται κίτρινη βαφή και αιθέριο έλαιο, το οποίο χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία.

Οι σπόροι μπορούν να παραμείνουν βιώσιμοι στο έδαφος για περισσότερα από 80 χρόνια.

Κάτοικος της περιοχής, μας αφηγείται και μας περιγράφει την επεξεργασία και την χρήση του σπάρτου σε παλαιότερη εποχή:

«Τα σπάρτα που έχουν αυτό το όμορφο κίτρινο λουλούδι, τα μαζεύανε παλιά, τα πηγαίνανε στο ποτάμι κομμένα καθαρισμένα, τα βάζανε μέσα σε μία γούρνα που έτρεχε νερό πολύ και τ’ αφήνανε για αρκετό καιρό για ένα μήνα και παραπάνω. Έτσι, με το νερό γίνονταν μαλακά, ώστε να μπορέσουν να βγάλουν την φλύδα εύκολα. Αφού έβγαζαν την φλύδα, τα κοπανούσαν με τον ξύλινο κόπανο. Με το χτύπημα γίνονταν ένα αφράτο υλικό όπως το βαμβάκι, το οποίο αφού το έπλεναν και το στέγνωναν, το γνέθανε και γινότανε  κλωστή. Αυτό το νήμα το έβαφαν με χρώματα συνήθως πράσινο ή κόκκινο και ύφαιναν στον αργαλειό κουβέρτες,  ρούχα για να φορέσουν, γιουρντιά (τα γιλέκα στις παραδοσιακές φορεσιές), σέλλες για τα άλογα και άλλα».